Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Για τον Cheemba ίσως ήταν μεσημέρι. Ή απόγευμα. Ή πορτοκάλι. Ή βατραχοπέδιλο. Δεν είχε σημασία. Στην κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο χρόνος ήταν μια διάσταση που δεν έπαιζε κανένα ρόλο. Ντίρλα.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Ντίρλα. Αγκαλιά με μια άδεια κούτα Νουνού. Ο Cheemba θώπευε την κούτα με τρόπο λάγνο και σχεδόν χυδαίο. Την έτριβε ανάμεσα στα πόδια του. Της έσκαγε γλωσσόφιλα. Πίεζε τις γωνίες της πάνω στην τριχωτή του κοιλίτσα. Όλα αυτά φυσιολογικά, νταξ. Μα το μυστήριο ήταν ότι επέμενε να αποκαλεί την κούτα Βάσω.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Ντίρλα. Αγκαλιά με μια άδεια κούτα Νουνού. Οι περαστικοί παρακολουθούσαν ένα σύγχρονο δράμα να εξελίσσεται ομπρός στα μάτια τους. Ένιωθαν πως κάτι έπρεπε να κάνουν. Ανησυχούσαν. Για την κούτα. Ο Cheemba έδειχνε να το απολαμβάνει. Η κούτα όχι τόσο.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Ντίρλα. Αγκαλιά με μια άδεια κούτα Νουνού. "ΒΑΣΟΥΛΑΧΧΧΧ !!! "ΒΑΣΟΥΛΑΑΑΑΜΜΜ...!!!" "ΓΥΡΝΑ ΠΑΛΙ ΓΥΡΝΑΑΑΑΑΑΑΧΧΧΜΜΜ...!!!". Οι δυο του φίλοι βγήκαν απ' το μπαρ. Μάλλον τους έβγαλαν να μαζέψουν τον ίδιο. Και να σώσουν την κούτα. Μα και 'κείνοι δεν ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Λιαρδέλια. Ντιρλίκια. Ο Τούβοκ πριν βγει θυμήθηκε να πάρει το παλτό και τα τσιγάρα του. Μα ξέχασε την κοπέλα του. Την μπέρδεψε με ένα σκαμπό. Βγήκε αγκαζέ με το σκαμπό στην Πραξιτέλους. Ο Κουόριν απ' την άλλη θυμήθηκε να πάρει την κοπέλα του μαζί του. Ξέχασε όμως τα τσιγάρα του.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Ντίρλα. Αγκαλιά με μια άδεια κούτα Νουνού. Οι δυο του φίλοι στέκονταν από πάνω του ανέκφραστοι. Ο Κουόριν αναρωτιόταν που άφησε τα τσιγάρα του. Ο Τούβοκ αγκαλιά με το σκαμπό. Στο τέλος ο Τούβοκ μίλησε:
-Πρέπει να κάνουμε κάτι. Κρίμα είναι.
-Έχεις δίκιο -απάντησε ο Κουόριν- Πιάσε εσύ την κούτα. Εγώ θα ψάξω τις τσέπες του για τσιγάρα.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Ντίρλα. Αγκαλιά με μια άδεια κούτα Νουνού. Ο Cheemba θώπευε την κούτα με τρόπο λάγνο και σχεδόν χυδαίο. Την έτριβε ανάμεσα στα πόδια του. Της έσκαγε γλωσσόφιλα. Πίεζε τις γωνίες της πάνω στην τριχωτή του κοιλίτσα. Όλα αυτά φυσιολογικά, νταξ. Μα το μυστήριο ήταν ότι επέμενε να αποκαλεί την κούτα Βάσω.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Ντίρλα. Αγκαλιά με μια άδεια κούτα Νουνού. Οι περαστικοί παρακολουθούσαν ένα σύγχρονο δράμα να εξελίσσεται ομπρός στα μάτια τους. Ένιωθαν πως κάτι έπρεπε να κάνουν. Ανησυχούσαν. Για την κούτα. Ο Cheemba έδειχνε να το απολαμβάνει. Η κούτα όχι τόσο.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Ντίρλα. Αγκαλιά με μια άδεια κούτα Νουνού. "ΒΑΣΟΥΛΑΧΧΧΧ !!! "ΒΑΣΟΥΛΑΑΑΑΜΜΜ...!!!" "ΓΥΡΝΑ ΠΑΛΙ ΓΥΡΝΑΑΑΑΑΑΑΧΧΧΜΜΜ...!!!". Οι δυο του φίλοι βγήκαν απ' το μπαρ. Μάλλον τους έβγαλαν να μαζέψουν τον ίδιο. Και να σώσουν την κούτα. Μα και 'κείνοι δεν ήταν σε καλύτερη κατάσταση. Λιαρδέλια. Ντιρλίκια. Ο Τούβοκ πριν βγει θυμήθηκε να πάρει το παλτό και τα τσιγάρα του. Μα ξέχασε την κοπέλα του. Την μπέρδεψε με ένα σκαμπό. Βγήκε αγκαζέ με το σκαμπό στην Πραξιτέλους. Ο Κουόριν απ' την άλλη θυμήθηκε να πάρει την κοπέλα του μαζί του. Ξέχασε όμως τα τσιγάρα του.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους. Ξημερώματα. Ντίρλα. Αγκαλιά με μια άδεια κούτα Νουνού. Οι δυο του φίλοι στέκονταν από πάνω του ανέκφραστοι. Ο Κουόριν αναρωτιόταν που άφησε τα τσιγάρα του. Ο Τούβοκ αγκαλιά με το σκαμπό. Στο τέλος ο Τούβοκ μίλησε:
-Πρέπει να κάνουμε κάτι. Κρίμα είναι.
-Έχεις δίκιο -απάντησε ο Κουόριν- Πιάσε εσύ την κούτα. Εγώ θα ψάξω τις τσέπες του για τσιγάρα.
Πεσμένος σε ένα βρώμικο πεζοδρόμιο της Πραξιτέλους.
Ξημερώματα.
Ντίρλα.
Με μια άδεια αγκαλιά.
Τους αγαπώ τους φίλους μου.
χαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχααχαχαχαχαχαχα
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλά μου λείπει η Πραξιτέλους.........
ξυπνας το πρωι και βλεπεις τη λιμνη και μας λες για την Πραξιτελους; ρε ποιον πας να κοροιδεψεις;
ΑπάντησηΔιαγραφήχαχαχαχ Έλα καημένεεε... Κάτι παγούρια νερό έχει, μην τρελαίνεσαι... :Ρ
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Πραξιτέλους, μου λείπει, όχι για την ομορφάδα της, μα για τα μικρομάγαζα με τις ημιπολύτιμες...
Και τα στενά της Αιόλου, εκεί κοντά στην Αγ.Ειρήνη, με τα υφασματάδικα...
Και λίγο παραπέρα, η Ευριπίδου και τα στενά της Αθηνάς με τις μυρωδιές τους απ' τα μπαχάρια και τα λιλιά που έχουν μέσα, εκείνα τα καταγώγια... Που τα παίρνεις στα χέρια σου και φτιάχνεις αγγέλους...
Αχχχχχ
Μόνο αυτά μου λείπουν απ'την Αθήνα... Κι ο λαός μου...
Άει χάσου... Όλο με στενοχωρείς εσύ................
αυτα τα μερη τα χεις δει νυχτα; συ να χαθεις να χανεσαι. παγουρά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, ναι, τά 'χω δει... Κι είπα να φύγω... :(
ΑπάντησηΔιαγραφή:)
Έχεις βάλει και ετικέτα "νουνού"?
ΑπάντησηΔιαγραφήΠόση συνεκδοχή δηλαδή ρε αδερφέ, τζίζας- κράιστ- σούπασταρ